Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Μια δεύτερη επιλογή για τις λύσεις στη Λογοτεχνία 2011



Α1.
α. θρησκευτική πίστη: ολόκληρο το απόσπασμα 2 [19], στ. 5-18: ο οραματισμός Έσχατης Κρίσης.

β. φυσιολατρία: 3 [20], στ. 1-11: η θαυμαστή μεταστροφή των καιρικών συνθηκών από την ταραχή της καταιγίδας στη γαλήνη και τη διαύγεια.
γ. λατρεία της γυναίκας: η εξιδανικευμένη παρουσίαση της κόρης [2] 19: στίχοι 7-18
[εναλλακτικά: η φιλοπατρία, η αγωνιστικότητα: 2 [19], στ.2, 3.]

Β1.
α. Μόλις θυμήθηκε την κόρη πεθαμένη (συνειρμικά από το στ. 4), ταράζεται ολόκληρος ο Κρητικός. Η παλιά αγάπη ξυπνά μέσα του και ξεσπά με ορμή. Η ιστορία διακόπτεται. Με την αποστροφή προς τη Σάλπιγγα της Δευτέρας Παρουσίας ανοίγει παρένθεση, όπου ο Κρητικός οραματίζεται την ώρα που θα δει ξανά την αγαπημένη του, κατά την ανάσταση νεκρών για την Έσχατη Κρίση. Ο ήρωας οπτασιάζεται τη Δευτέρα Παρουσία, γιατί έως εκεί φτάνει ο βαθύς έρωτάς του για την αγαπημένη του. Δρασκελά μεμιάς την αιωνιότητα και ζει ως άμεσο παρόν την ανάσταση των νεκρών. Η αφήγηση στο σημείο αυτό γίνεται πρόδρομη (προληπτική αφήγηση). Από αφηγηματολογική άποψη, το φαντασιακό αυτό «επεισόδιο», καθώς παραπέμπει στην Έσχατη Κρίση, αντιστοιχεί εξ ορισμού σε μια δοκιμασία και μάλιστα την τελική δοκιμασία, όπου σύμφωνα με το θρησκευτικό κώδικα θα κριθούν όλοι οριστικά και τελεσίδικα, για να δικαιωθούν ή να καταδικαστούν στην αιωνιότητα. Παρατηρούμε πρώτα ότι στον οραματισμό του ήρωα δεν περιλαμβάνεται η κρίση καθαυτή, αλλά η προσδοκία της, που θα πει ότι δεν ολοκληρώνεται ένα πλήρες σχήμα δοκιμασίας. Τίθενται ωστόσο όλοι οι όροι που προοιωνίζονται τη θετική έκβαση. Η κόρη εμφανίζεται δικαιωμένη, γεγονός που αποτελεί «πρόκριμα» για το αποτέλεσμα της αναμενόμενης Κρίσης. Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η έμφαση που δίνεται στην προσδοκία της συνάντησης με τη νεκρή αγαπημένη, της κοινής αντιμετώπισης της Έσχατης Κρίσης και της παντοτινής ένωσης μαζί της μέσα στη μακαριότητα μιας αιώνιας δικαίωσης.

β. Στο σημείο συνάντησης φυσικού και μεταφυσικού επιπέδου βρίσκεται η ιδεατή σύνθεση, η νέα διάσταση της ύπαρξης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αποκαλυπτική στιγμή της Έσχατης Κρίσης, που, όπως παρουσιάζεται από τον ποιητή, αποτελεί επεξεργασία του μοτίβου της συντέλειας του κόσμου (σύνδεση θανάτου με ανάσταση, υποχώρηση του γήινου κόσμου και προβολή της παραδείσιας ζωής και της εξιδανικευμένης αγάπης).
- η εικόνα των στίχων 9-10 [2] 19: το κάψιμο και η εξαϋλωση της Γης, που δίνεται με το καταστροφικό και καθαρτήριο μαζί μοτίβο της φωτιάς, διαδέχεται «ο νιός ουρανός». Η γη έχει εξαφανιστεί, ο ουρανός ανανεώθηκε και ό,τι συνδέει το φθαρτό με το άφθαρτο είδωλο του κόσμου είναι ο έρωτας.
- η εικόνα των στίχων 11-18, [2] 19: στα λόγια του Κρητικού οι φυσικοί προσδιορισμοί υποχωρούν, για να ντυθούν την υπερβατική τους έκφραση, στην αγγελική απόκριση – με την παρουσία και την κάθοδο της κόρης – το παραδείσιο τοπίο εγκοσμιώνεται. Τοπικοί και χρονικοί προσδιορισμοί επίμονα ανακαλούν επίγειες μνήμες: ψηλά, πρωί, λουλούδια, θύρα, κορμί, σαλεύει, κοιτάζει εδώ κι εκεί κ.λπ. Δύο ροπές λοιπόν αντίθετες που πάνε να σμίξουν. Ακριβώς στο σημείο της ιδεατής αυτής σμίξης περιμένουμε τη μεταθανάτια (ερωτική) συνάντηση του Κρητικού και της κόρης – μια συνάντηση που ενώ προετοιμάζεται, σκόπιμα και με παραδειγματική ποιητική οικονομία δεν πραγματοποιείται.
[εναλλακτικά: «Κάτι κρυφό μυστήριο έστένεψε τη φύση»


«Τό κάψιμο ... αναμμένος»
«Έσειότουν τ' ολοστρόγγυλο ... καί στα χρυσά μαλλιά της.»]
Β2. Το μοτίβο της σιγής του κόσμου πρέπει να αναζητηθεί σε έργα του Σολωμού που διακρίνονται για τους θρησκευτικούς τους προβληματισμούς. Ειδικότερα, ο ποιητής εδώ αναπτύσσει το γνωστό σε αυτόν μοτίβο της σιγής του κόσμου πριν από τη θεία επιφάνεια, που στη συνέχεια βέβαια επιδρά με τρόπο θαυματουργό σε ολόκληρη τη φύση μεταμορφώνοντας και αγιάζοντας τα πάντα.
- Η επανάληψη της έννοιας της «ησυχίας» δηλώνει την έγνοια του ποιητή για την αλλαγή των συνθηκών. Δεν σηματοδοτεί μόνο την επικράτηση της ησυχίας στον εξωτερικό κόσμο αλλά και στον εσωτερικό, την ψυχή του αφηγητή.
- Αξιοπρόσεκτο είναι στο στ. 4 το χιαστικό σχήμα των φωνηέντων στη δεύτερη και τρίτη λέξη: ε-ι-ό-ι-ε-ό-ι-ε, όπου κι από τις δύο μεριές του «ε» τα φωνήεντα είναι τοποθετημένα αντικριστά, όπως σε καθρέφτη, με το «ο» τονισμένο και τις δύο φορές. Έτσι, έχουμε μια μίμηση της αντανάκλασης των άστρων που καθρεφτίζονται στη θάλασσα.
[εναλλακτικά: ο αχανής ουρανός του 18 εδώ περιορίζεται («περιβόλι» -μεταφορά), ο ουρανός σμίγει με τη θάλασσα και η θάλασσα – στο πλαίσιο μιας παρομοίωσης – οικειώνεται την ευωδιά της περίγυρης στεριάς. Είναι η έξαρση της ομορφιάς που τελικά συμφιλιώνει τα στοιχεία της φύσης.
Ή: η αντίθεση των στίχων 2-3: ξαφνικά η μανιώδης καταιγίδα κοπάζει και η τρικυμισμένη θάλασσα γαληνεύει.
Ή η εικόνα των στίχων 7-8 για να μεταδώσει την αίσθηση της ακινησίας που επικράτησε εκείνη τη στιγμή, επιλέγει την αρνητική περιγραφή, που θεωρείται και πιο παραστατική.]

Γ1. α) Η ευφημιστική επίκληση της αστραπής – «αστροπελέκι μου καλό» –, ο πλεονασμός ("για ξαναφέξε πάλι") και η μαγική πραγματοποίηση της ευχής κόβουν στη μέση την προηγούμενη οριζόντια γραμμή του πρώτου δίστιχου. Στο σημείο τομής εμφανίζεται πρώτη φορά και το δεύτερο πρόσωπο της σύνθεσης, η κορασιά, που απειλείται από τα τρία αστροπελέκια που πέφτουν κοντά της. Ο ποιητής αντί να περιγράψει κατευθείαν την καταιγίδα, αναθυμάται πώς έκανε έκκληση στο αστροπελέκι, για να φωτίσει τη σκηνή και να προσανατολιστεί. Το λέει καλό για να το καλοπιάσει, δηλ. αποδίδει σε ένα φυσικό φαινόμενο ανθρώπινα αισθήματα ή θεϊκές ιδιότητες (προσωποποίηση). Τα επανειλημμένα αστροπελέκια (σχήμα των τριών) δηλώνουν το τέλος της τρικυμίας και παράλληλα υποδηλώνουν την ανωτερότητα των φυσικών δυνάμεων. Τέλος, το ότι οι κεραυνοί (ακουστική εικόνα) πέφτουν δίπλα στην κοπέλα αποτελεί κακό οιωνό και υποδηλώνει τον επικείμενο θάνατό της.

β) Οι στίχοι υποδηλώνουν την ταυτόχρονα πνευματική και ένσαρκη παρουσία της αγαπημένης κορασιάς, δηλ. την επανεγκατάσταση της ψυχής στο σώμα, που είχε εγκαταλείψει με το θάνατό της. Εξάλλου, στην ορθόδοξη εσχατολογία υπάρχει διαβεβαίωση για την εν σαρκί Ανάσταση, καθώς το υλικό και το άυλο λαμβάνουν εξίσου τη χάρη της Ανάστασης, για να μπορέσει ο άνθρωπος να διασωθεί ως συνολική αξία.

Δ1. Τόσο ο Σολωμός όσο και ο Μαρκοράς εμπνέονται στα συγκεκριμένα ποιητικά αποσπάσματα από τους αγώνες των Κρητικών για την Ανεξαρτησία τους. Ο μεν Σολωμός από τα γεγονότα της Επανάστασης των ετών 1823-1824, ενώ ο Μαρκοράς από το επαναστατικό κίνημα των ετών 1866-1869. Οι ήρωές τους είναι ένα ζευγάρι Κρητικών και οι περιπέτειές τους. Ο ήρωας του «’Ορκου», ο Μάνθος, απευθύνεται στην ετοιμοθάνατη αγαπημένη του Ευδοκία, ενώ ο ανώνυμος Κρητικός παλεύει με τα στοιχεία της φύσης για να επιβιώσει τόσο ο ίδιος όσο και η επίσης ανώνυμη αρραβωνιαστικά του (εδώ ας σημειωθεί ότι ο Σολωμός είχε αρχικά επιλέξει το όνομα «Ελένη» για την αγαπημένη, ωστόσο στην πορεία επέλεξε να μην της αποδώσει κάποιο συγκεκριμένο όνομα).
Οι δύο πρωταγωνιστές αγωνίσθηκαν κατά των Οθωμανών («Κρητικός» 2 [19], στ. 2,3 – «Όρκος», στ. 25, 26). Τα δύο ερωτικά ζεύγη δεν μπόρεσαν λόγω των ιστορικών συγκυριών και του θανάτου να ζήσουν ολοκληρωμένα τον έρωτά τους κι ευελπιστούν στη μετά θάνατο ένωση. Ο μεν Κρητικός οραματίζεται τη Δευτέρα Παρουσία, την εν σαρκί Ανάσταση της αγαπημένης του και την εναγώνια προσπάθειά της να τον βρει έστω και τότε (2 [19] , στ. 18), ο δε Μάνθος καλεί την ετοιμοθάνατη αγαπημένη του να βιασθεί να βρει εκείνον και τα υπόλοιπα οικεία της πρόσωπα, που έχουν ήδη πεθάνει (στ. 5, 6 και 19-22).
Ο μεν Μάνθος είναι ήδη νεκρός (στ.1 «στο ουράνιο περιγιάλι»), ενώ ο Κρητικός μάχεται με τα κύματα και είναι «μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι» (στ. 1). Οι δύο αγαπημένες είναι ξεχωριστές και η ομορφιά και η αγνότητά τους επηρεάζουν τα «λουλούδια της παρθενιάς» (2 [19], στ. 11 και «Όρκος», στ. 18). Άλλωστε, το έντονο θρησκευτικό στοιχείο είναι διάχυτο και στα δύο κείμενα.
Εν κατακλείδι, παρά τις διαφορές τους είναι σαφές πως ο «Όρκος» του Μαρκορά είναι ένα έργο βαθύτατα επηρεασμένο από τη θεματολογία και εν γένει την ποιητική του Σολωμού.


H K.E.E. έδωσε την εξής ενδεικτική απάντηση:
α) Ομοιότητες:


-η ερωτική σχέση μεταξύ δύο νέων,
-συναισθήματα απώλειας,
-έκφραση συναισθημάτων για αγαπημένο πρόσωπο,
-η προσδοκία συνάντησης,
-το μεταφυσικό πλαίσιο,
-η παρουσία του φυσικού στοιχείου,
-το παραπλήσιο ιστορικό πλαίσιο,
-η εγκοσμίωση του μεταφυσικού τοπίου.


β) Διαφορές:
-Στον «Κρητικό» ο ζωντανός νέος αναζητά τη νεκρή κόρη, στον «Όρκο» συμβαίνει το αντίστροφο.
-Ο Κρητικός αναζητεί την κόρη μέσω τρίτων, στον «Όρκο» ο νέος απευθύνεται άμεσα στην αγαπημένη του,
-Στον Κρητικό ο νέος μεταβαίνει εκούσια στον υπερβατικό κόσμο, στον «Όρκο» ο νεκρός νέος προσκαλεί την αγαπημένη του.
-Στον «Όρκο» υπάρχει έντονο στοιχείο νοσταλγίας της κοινής επίγειας ζωής,
-Η παρουσίαση του υπερβατικού κόσμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου